27 Σεπτεμβρίου 2011, Ασουάν, Αίγυπτος: Μια υψηλού επιπέδου ομάδα προβληματισμού (Think Tank) από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς του τουρισμού, ακαδημαϊκούς και ανθρώπους των ΜΜΕ, καλείται να εξετάσει το ρόλο του τουρισμού στην οικοδόμηση της κατανόησης, του σεβασμού και της ανοχής σε όλο τον κόσμο. Ταυτόχρονα, οι διάσημοι ναοί του Αμπού Σίμπελ και άλλα μνημεία, καθώς και μουσεία στην ευρύτερη περιφέρεια της Νουβίας όπου το Ασουάν είναι πρωτεύουσα ήταν έτοιμα να δεχτούν πλήθος επισκέπτες. Όλα αυτά, υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού και στα πλαίσια του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Τουρισμού, που εορτάζεται κάθε χρόνο στις 27 Σεπτεμβρίου με σκοπό - σύμφωνα με επίσημο ανακοινωθέν - να προωθήσει τη σημασία του τουρισμού στον κόσμο σε όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης δράσης. Φέτος, το Ασουάν είναι η τιμώμενη πόλη.
Τα γεγονότα όμως δεν σταματούν προς χάριν "εορτασμών" για "Παγκόσμιες Ημέρες" . Η 27η Σεπτεμβρίου βρήκε την επίλεκτη για φέτος Αίγυπτο με τον τουρισμό της να έχει πέσει κατά 80% και το Ασουάν να ταλανίζεται από διαδηλώσεις. Έκτακτοι αρχαιολόγοι που παραμένουν απλήρωτοι ή εκτός του κρατικού μηχανισμού για τις αρχαιότητες, αντίθετα με υποσχέσεις πρόσληψης, εμπόδιζαν τους επισκέπτες να εισέλθουν στους ναούς του Αμπού Σίμπελ και άλλα μνημεία, ενώ μουσεία παρέμειναν κλειστά. Η φετινή «Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού» εορτάστηκε τελικά με διαμαρτυρόμενους αρχαιολόγους, δείχνοντας εκ πρώτης τουλάχιστον όψης, τη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στην αρχαιολογία και τον τουρισμό. Κάτι μάλλον σαφές σε μια χώρα όπου απόφοιτοι πανεπιστημιακών σχολών ξεναγών μπορούν μέσω κατάλληλης μετεκπαίδευσης να εργαστούν ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι με ειδίκευση αρχαιολογική.
Η Αίγυπτος όμως δεν είναι η μόνη χώρα όπου αρχαιολογία και τουρισμός συνδέονται με άρρηκτους δεσμούς. Στη θέση της βρίσκεται κάθε χώρα για την οποία τα αρχαιολογικά μνημεία της αποτελούν, σύμφωνα με προσφιλή έκφραση, «βαριά βιομηχανία». Στη χώρα μας ο πολιτισμός (με ειδικό τμήμα τις αρχαιότητες) υπάγεται μαζί με τον τουρισμό σε κοινό υπουργείο (ΥΠΠΟΤ), ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που διαμαρτυρόμενοι προς το υπουργείο αρχαιολόγοι προβαίνουν σε ανάλογες με του Ασουάν πράξεις, παρεμποδίζοντας σε τουρίστες την είσοδο στα μνημεία. Το στίγμα όμως για τη σχέση αρχαιολογίας και τουρισμού δίνουν και τα τεκταινόμενα σε σχέση με το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου οι αρχαιολόγοι πρωτοστατούν στη δημόσια συζήτηση που αφορά όχι την ασφάλεια των αρχαιοτήτων στο εσωτερικό του αλλά την κατάσταση που επικρατεί γύρω του και επηρεάζει τη επισκεψιμότητά του – τη δυνατότητα δηλαδή για μια δραστηριότητα κατεξοχήν τουριστική.
Γεγονός είναι ότι αρχαιολογία και τουρισμός έχουν μια άρρηκτη σχέση. Ιστορικά, τουλάχιστον για τη χώρα μας, οι πρώτοι περιηγητές ήταν που ενδιαφέρθηκαν για τα υλικά κατάλοιπα του αρχαίου πολιτισμού, και είτε «αρχαιολόγησαν» καταγράφοντας στοιχεία στις σημειώσεις τους, αν δεν προέβησαν σε κατακριτέες σήμερα ενέργειες, προσπαθώντας να μεταφέρουν τμήματα των όσων έβρισκαν ως ενθύμια στις πατρίδες τους. Ποιο ήταν όμως το κίνητρό τους; Κάποτε μαγεύονταν από τις ιστορίες για την αρχαία Ελλάδα και έφταναν εδώ προς αναζήτηση υλικών καταλοίπων, γνωρίζοντας τελικά και τον τόπο. Σε άλλες περιπτώσεις, όσοι αναζητούσαν την περιπέτεια κρατούσαν σημειώσεις και σκιτσογραφούσαν άγνωστα μέχρι τότε μνημεία που πρώτοι έβρισκαν τυχαία και προσπαθούσαν να τα κατανοήσουν. Έτσι, η αρχαιολογία γινόταν αφορμή για τουρισμό, ή και ο τουρισμός αφορμή για αρχαιολογία.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι ρόλοι έγιναν πιο διακριτοί. Η αρχαιολογία αναπτύχθηκε σε επιστήμη μελέτης και κατανόησης υλικών καταλοίπων του παρελθόντος ενώ ο τουρισμός αποτέλεσε μαζική βιομηχανία εμπειριών στην οποία το «αρχαιολογείν» (όχι η αρχαιολογία) είναι ένα μικρό τμήμα. Το ερώτημα όμως παραμένει: θα μπορούσε η αρχαιολογία να λειτουργήσει χωρίς τον τουρισμό και ο τουρισμός χωρίς την αρχαιολογία;
Η απάντηση είναι πιο δύσκολη από όσο φαίνεται. Αν και διαφορετικά μεταξύ τους, αρχαιολογία και τουρισμός είναι αλληλένδετα. Αν η αρχαιολογική επιστήμη είναι αυθύπαρκτη, μέσω του τουρισμού βγήκε για πρώτη φορά από την ακαδημαϊκή «μοναξιά» της και πέρασε στην καθημερινή ζωή. Ο τουρισμός από την άλλη βρίσκει στην αρχαιολογία ένα σημαντικό κομμάτι του. Έτσι, αν ο αρχαιολόγος είναι ο ερευνητής του παρελθόντος, ο ξεναγός είναι εκείνος που θα συστήσει το παρελθόν αυτό, ως τμήμα του κόσμου που μας περιβάλλει, στον υποψιασμένο επισκέπτη. Και αν τελικά ο πολιτισμός είναι η «βαριά βιομηχανία» μιας χώρας, αρχαιολόγοι και ξεναγοί είναι οι εργάτες αυτοί που, με την ειδίκευσή του ο καθένας, θα βοηθήσουν ώστε να αποτελεί κτήμα όλης της κοινωνίας.
Ζέτα Ξεκαλάκη
Τα γεγονότα όμως δεν σταματούν προς χάριν "εορτασμών" για "Παγκόσμιες Ημέρες" . Η 27η Σεπτεμβρίου βρήκε την επίλεκτη για φέτος Αίγυπτο με τον τουρισμό της να έχει πέσει κατά 80% και το Ασουάν να ταλανίζεται από διαδηλώσεις. Έκτακτοι αρχαιολόγοι που παραμένουν απλήρωτοι ή εκτός του κρατικού μηχανισμού για τις αρχαιότητες, αντίθετα με υποσχέσεις πρόσληψης, εμπόδιζαν τους επισκέπτες να εισέλθουν στους ναούς του Αμπού Σίμπελ και άλλα μνημεία, ενώ μουσεία παρέμειναν κλειστά. Η φετινή «Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού» εορτάστηκε τελικά με διαμαρτυρόμενους αρχαιολόγους, δείχνοντας εκ πρώτης τουλάχιστον όψης, τη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στην αρχαιολογία και τον τουρισμό. Κάτι μάλλον σαφές σε μια χώρα όπου απόφοιτοι πανεπιστημιακών σχολών ξεναγών μπορούν μέσω κατάλληλης μετεκπαίδευσης να εργαστούν ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι με ειδίκευση αρχαιολογική.
Η Αίγυπτος όμως δεν είναι η μόνη χώρα όπου αρχαιολογία και τουρισμός συνδέονται με άρρηκτους δεσμούς. Στη θέση της βρίσκεται κάθε χώρα για την οποία τα αρχαιολογικά μνημεία της αποτελούν, σύμφωνα με προσφιλή έκφραση, «βαριά βιομηχανία». Στη χώρα μας ο πολιτισμός (με ειδικό τμήμα τις αρχαιότητες) υπάγεται μαζί με τον τουρισμό σε κοινό υπουργείο (ΥΠΠΟΤ), ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που διαμαρτυρόμενοι προς το υπουργείο αρχαιολόγοι προβαίνουν σε ανάλογες με του Ασουάν πράξεις, παρεμποδίζοντας σε τουρίστες την είσοδο στα μνημεία. Το στίγμα όμως για τη σχέση αρχαιολογίας και τουρισμού δίνουν και τα τεκταινόμενα σε σχέση με το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου οι αρχαιολόγοι πρωτοστατούν στη δημόσια συζήτηση που αφορά όχι την ασφάλεια των αρχαιοτήτων στο εσωτερικό του αλλά την κατάσταση που επικρατεί γύρω του και επηρεάζει τη επισκεψιμότητά του – τη δυνατότητα δηλαδή για μια δραστηριότητα κατεξοχήν τουριστική.
Γεγονός είναι ότι αρχαιολογία και τουρισμός έχουν μια άρρηκτη σχέση. Ιστορικά, τουλάχιστον για τη χώρα μας, οι πρώτοι περιηγητές ήταν που ενδιαφέρθηκαν για τα υλικά κατάλοιπα του αρχαίου πολιτισμού, και είτε «αρχαιολόγησαν» καταγράφοντας στοιχεία στις σημειώσεις τους, αν δεν προέβησαν σε κατακριτέες σήμερα ενέργειες, προσπαθώντας να μεταφέρουν τμήματα των όσων έβρισκαν ως ενθύμια στις πατρίδες τους. Ποιο ήταν όμως το κίνητρό τους; Κάποτε μαγεύονταν από τις ιστορίες για την αρχαία Ελλάδα και έφταναν εδώ προς αναζήτηση υλικών καταλοίπων, γνωρίζοντας τελικά και τον τόπο. Σε άλλες περιπτώσεις, όσοι αναζητούσαν την περιπέτεια κρατούσαν σημειώσεις και σκιτσογραφούσαν άγνωστα μέχρι τότε μνημεία που πρώτοι έβρισκαν τυχαία και προσπαθούσαν να τα κατανοήσουν. Έτσι, η αρχαιολογία γινόταν αφορμή για τουρισμό, ή και ο τουρισμός αφορμή για αρχαιολογία.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι ρόλοι έγιναν πιο διακριτοί. Η αρχαιολογία αναπτύχθηκε σε επιστήμη μελέτης και κατανόησης υλικών καταλοίπων του παρελθόντος ενώ ο τουρισμός αποτέλεσε μαζική βιομηχανία εμπειριών στην οποία το «αρχαιολογείν» (όχι η αρχαιολογία) είναι ένα μικρό τμήμα. Το ερώτημα όμως παραμένει: θα μπορούσε η αρχαιολογία να λειτουργήσει χωρίς τον τουρισμό και ο τουρισμός χωρίς την αρχαιολογία;
Η απάντηση είναι πιο δύσκολη από όσο φαίνεται. Αν και διαφορετικά μεταξύ τους, αρχαιολογία και τουρισμός είναι αλληλένδετα. Αν η αρχαιολογική επιστήμη είναι αυθύπαρκτη, μέσω του τουρισμού βγήκε για πρώτη φορά από την ακαδημαϊκή «μοναξιά» της και πέρασε στην καθημερινή ζωή. Ο τουρισμός από την άλλη βρίσκει στην αρχαιολογία ένα σημαντικό κομμάτι του. Έτσι, αν ο αρχαιολόγος είναι ο ερευνητής του παρελθόντος, ο ξεναγός είναι εκείνος που θα συστήσει το παρελθόν αυτό, ως τμήμα του κόσμου που μας περιβάλλει, στον υποψιασμένο επισκέπτη. Και αν τελικά ο πολιτισμός είναι η «βαριά βιομηχανία» μιας χώρας, αρχαιολόγοι και ξεναγοί είναι οι εργάτες αυτοί που, με την ειδίκευσή του ο καθένας, θα βοηθήσουν ώστε να αποτελεί κτήμα όλης της κοινωνίας.
Ζέτα Ξεκαλάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου