Το Ίδρυμα Schwarz με χαρά παρουσιάζει την έκθεσή του για το καλοκαίρι 2017, με τίτλοSummer of Love, σε επιμέλεια της Κατερίνας Γρέγου. Η έκθεση παίρνει τον τίτλο της από το κοινωνικό και πολιτιστικό φαινόμενο που συνέβη πριν πενήντα χρόνια, τοκαλοκαίρι του 1967.1 Ενώ στην Ευρώπη το έτος 1968 ίσως να περιβάλλεται από έναν ακόμη μεγαλύτερο μύθο, λόγω των φοιτητικών εξεγέρσεων στο Παρίσι και της Άνοιξης της Πράγας, το 1967 υπήρξε από πολλές απόψεις σημαντικότερη χρονιά από την άποψη των γεωπολιτικών, πολιτιστικών και πνευματικών εξελίξεων. Ήταν η χρονιά του Πολέμου των Έξι Ημερών, που άλλαξε οριστικά το τοπίο στη Μέση Ανατολή, με συνέπειες που είναι αισθητές ακόμη και σήμερα. Στην Ελλάδα, ήταν η χρονιά που έφερε την επταετία της δικτατορίας. Κατά ειρωνικό τρόπο, ήταν επίσης η χρονιά που το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε αίτηση για ένταξη στην ΕΟΚ. Στις Η.Π.Α., το 1967 έγιναν και οι πρώτες μαζικές πολιτικές διαμαρτυρίες των νέων κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. Την ίδια στιγμή, η εκρηκτική άνθηση στη μουσική των νέων και στις υποκουλτούρες ήταν ένα ακόμη καθοριστικό χαρακτηριστικό του «Καλοκαιριού της Αγάπης».2
Το 1967 υπήρξε επίσης έτος σημαντικής πνευματικής παραγωγής. Ο θεωρητικός Guy Debord δημοσίευε την Κοινωνία του Θεάματος, ενώ ο βέλγος φιλόσοφος και βασικό μέλος της Καταστασιακής Διεθνούς Raoul Vaneigem δημοσίευε την Επανάσταση της καθημερινής ζωής. Ενώ στην Κοινωνία του Θεάματος ο Ντεμπόρ εξετάζει πώς οι μηχανισμοί του κεφαλαίου και της κατανάλωσης προκαλούν αποξένωση, ο Βανεγκέμ στο βιβλίο του τονίζει τη δυνατότητα επαναστατικών αλλαγών στην καθημερινή ζωή. Οραματίζεται μια νέα κοινωνία που να «προωθεί τη συμμετοχή κάθε ανθρώπου στην αυτοπραγμάτωση όλων των ανθρώπων», με βάση τη «δημιουργικότητα, την αγάπη και το παιχνίδι».3 Στο σημερινό οπισθοδρομικό κλίμα φόβου και ξενοφοβίας, η άποψη του Βανεγκέμ φαντάζει όλο και πιο επίκαιρη.
Η έκθεση Summer of Love προτείνει μια σύγχρονη θεώρηση αυτής της σημαδιακής χρονιάς, με αφορμή την επέτειο των πενήντα χρόνων της, και φωτίζει εκ νέου μια εποχή που η έννοια της πολιτικής αλλά και της αγάπης είχαν μια πραγματική αίσθηση του επείγοντος. Το «Καλοκαίρι της Αγάπης» υπήρξε μία από τις πολλές εκφράσεις της αντικουλτούρας της δεκαετίας του 1960 και των αρχών της δεκαετίας του 1970. Ήταν μια περίοδος πολιτικής ανυπακοής, αντι-αυταρχισμού, πολιτικής διαμαρτυρίας, των «παιδιών των λουλουδιών», του «flower power». Ο πολιτικός ακτιβισμός διευρύνθηκε για να περιλάβει τον κοινωνικο-πολιτιστικό ακτιβισμό και τους εναλλακτικούς τρόπους ζωής (σεξουαλική επανάσταση, κοινοβιακή ζωή, κοινοκτημοσύνη). Στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια, οι περισσότεροι νέοι δεν ενδιαφέρονταν τόσο για τα χρήματα, την περιουσία ή την οικονομική επιτυχία. Ήταν έντονα πολιτικοποιημένοι και έτρεφαν ζωντανή την ελπίδα για έναν καινούργιο, διαφορετικό κόσμο, γεμάτο αγάπη και αμοιβαία κατανόηση, πράγμα που εκ των υστέρων μπορεί να φαίνεται ιδεαλιστικό και αφελές. Μπορούμε, ωστόσο, ίσως να μάθουμε κάτι αν στοχαστούμε πάνω σε αυτή την περίοδο και τη συγκρίνουμε με τη σημερινή εποχή του αχαλίνωτου ατομικισμού και του εξοντωτικού ανταγωνισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που διατηρούν αναμνήσεις από το 1967 προτιμούν συνήθως τον αγνό ιδεαλισμό της εποχής εκείνης από τον στυγνό κυνισμό του σήμερα.
Η έκθεση Summer of Love ενθαρρύνει τον προβληματισμό σχετικά με τη δυνατότητα για συνέργεια της αγάπης και της πολιτικής, συνδέοντας το καλοκαίρι του 1967 με τον κόσμο του 2017, όπου η έννοια της αγάπης –τουλάχιστον στους πνευματικούς αλλά και τους πολιτικούς κύκλους– απορρίπτεται ως αφελής και υπερβολικά συναισθηματική. Το γιατί αποτελεί μυστήριο, αν αναλογιστούμε ότι η αγάπη είναι μία από τις ισχυρότερες –και πιο πολυσύνθετες– δυνάμεις στην ανθρώπινη ζωή. Οι πιο ενδιαφέρουσες, ίσως, πρόσφατες αντιλήψεις υπέρ μιας διαφορετικής αντίληψης για την αγάπη προέρχονται από τον θεωρητικό της λογοτεχνίας και πολιτικό φιλόσοφο Michael Hardt (γενν. 1960), ο οποίος τάσσεται υπέρ μιας πολιτικής αντίληψης για την αγάπη.4 Ο Χαρτ υποστηρίζει ότι η αγάπη πρέπει να διευρύνεται πέρα από τα όρια του ζευγαριού (και τα ψυχαναλυτικά όρια της σχέσης του ζευγαριού) ως μια δύναμη που συμβάλλει επίσης στη συγκρότηση της κοινότητας. Πιστώνει την αγάπη για τη «συλλογική μεταμόρφωση» που βιώνει κάποιος σε ορισμένες μορφές πολιτικής δράσης. Ο Χαρτ υποστηρίζει μια μορφή αγάπης που δεν πηγάζει από την ταύτιση με κάποιον ή κάτι που είναι ίδιο με εμένα/εμάς, αλλά μια αγάπη «που λειτουργεί μέσα από το παιχνίδι των διαφορών, παρά από την εμμονή στην ομοιότητα». Αμφισβητώντας την αντίληψη της αγάπης ως «συγχώνευση σε ένα», ο Χαρτ υποστηρίζει την αγάπη «ως μια απειρότητα διαφορών, όχι ως απόρριψη των διαφορών, όχι ως συγχώνευση σε μια ενότητα, αλλά ως δημιουργία αστερισμών από διαφορές, κοινωνικές διαφορές.»5 Όπως έγραψε μαζί με τον Antonio Negri στο σημαντικό βιβλίοΠλήθος: Πόλεμος και δημοκρατία στην εποχή της Αυτοκρατορίας», φαίνεται ότι είναι αδύνατο για τον σημερινό άνθρωπο να συλλάβει την αγάπη ως πολιτική έννοια· ωστόσο, η έννοια της αγάπης είναι ακριβώς εκείνη που χρειαζόμαστε για να κατανοήσουμε την συστατική δύναμη του πλήθους. Η σύγχρονη αντίληψη της αγάπης περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο αστικό ζευγάρι και το κλειστοφοβικό πλαίσιο της πυρηνικής οικογένειας. Η αγάπη έχει γίνει αυστηρά ιδιωτική υπόθεση. Χρειαζόμαστε μια πιο γενναιόδωρη, λιγότερο ελεγχόμενη αντίληψη της αγάπης.»6 Προεκτείνοντας αυτές τις σκέψεις, θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι υπάρχει μεγάλο έλλειμμα αγάπης στην άσκηση της πολιτικής σήμερα, η οποία εκφράζεται μέσα από μια τεχνοκρατική γραφειοκρατία που προωθεί τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα. Μια άλλη αντίληψη της πολιτικής είναι δυνατή, αρκεί να φανταστούμε, όπως ο Χαρτ, την αγάπη ως μια πιο γενναιόδωρη και θετική πολιτική έννοια.
Αντλώντας από αυτές τις σκέψεις, η έκθεση Summer of Love θα υφάνει έναν ιστό από πολιτιστικά και ιστορικά σημεία αναφοράς, προκειμένου να συνδέσει ιδέες που αναπτύχθηκαν πριν από πενήντα χρόνια με το σημερινό σημείο καμπής στην Ευρώπη και να μας εμπνεύσει ίσως να οραματιστούμε μια διέξοδο από το σημερινό πολιτικό αδιέξοδο. Είναι η κατάλληλη στιγμή για κάτι τέτοιο. Έχουν περάσει πενήντα χρόνια· οι γενιές του «baby boom», της μεταπολεμικής έκρηξης των γεννήσεων, βρίσκονται αντιμέτωπες με τη γήρανση και τον θάνατο, και τα νεανικά τους ιδανικά έχουν ξεθωριάσει. Μπορούμε λοιπόν να αναρωτηθούμε: τι πήγε στραβά, πότε και γιατί; Ποια διδάγματα μπορούμε να αντλήσουμε; Είναι άραγε σκόπιμο να επανεξετάσουμε αυτά τα ιδανικά; Μπορούμε να διδαχτούμε από τις εμπειρίες και τις απογοητεύσεις της γενιάς του 1967; Σε έναν κόσμο που διολισθαίνει ταχύτατα στην οπισθοδρόμηση, ήρθε η ώρα για αυτοκριτική και διάθεση να διδαχτούμε από την Ιστορία για να αποφύγουμε να ξανακάνουμε τα ίδια λάθη.
Η έκθεση περιλαμβάνει την παγκόσμια πρεμιέρα της τετραλογίας βίντεο που δημιούργησε ο Έλληνας καλλιτέχνης Νικόλας Κοζάκης σε συνεργασία με τον φιλόσοφο Ραούλ Βανεγκέμ, μια επιστροφή στην Ελλάδα με στόχο την αναθεώρηση των σύγχρονων Δυτικών αξιών. Οι ανανεωτικές ιδέες του Βανεγκέμ από το 1967 είναι εξαιρετικά επίκαιρες στο σημερινό πολιτικό κλίμα, ενώ οι εικόνες του Κοζάκη μάς παρακινούν να δοκιμάσουμε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής, εμπνευσμένο από ένα συγκεκριμένο είδος «πρακτικής της καθημερινής ζωής» στην Ελλάδα που ίσως να έχει ακόμη κάτι να μας διδάξει σε σχέση με τους σημερινούς, όλο και πιο ξέφρενους ρυθμούς της ζωής μας. Στην έκθεση περιλαμβάνεται επίσης το βίντεο Κάθε μέρα λέξεις εξαφανίζονται (2016), του βραβευμένου σκηνοθέτη Johan Grimonprez. Πρόκειται για μια συνέντευξη του Michael Hardt, με εμβόλιμες σκηνές από την ταινία Alphaville (1965), του Jean-Luc Godard, ταινία στην οποία ένα σύστημα ηλεκτρονικών υπολογιστών αποκτά τον έλεγχο της πόλης και θέτει εκτός νόμου έννοιες όπως η αγάπη, η ποίηση, το συναίσθημα. Επιπλέον, καλλιτέχνες όπως οι Μιχαήλ Καρίκης, Marko Mäetamm, Marge Monko και Uriel Orlow θα δημιουργήσουν πρωτότυπα έργα εμπνεόμενοι από την επέτειο των πενήντα χρόνων από το 1967 και από τις αντιλήψεις σχετικά με την αγάπη και την πολιτική σε μια περιοχή του κόσμου (Ελλάδα, Νότιο-Ανατολική Ευρώπη και Μέση Ανατολή) που βιώνει την οικονομική, κοινωνική και ανθρωπιστική κατάρρευση και όπου είναι εξαιρετικά αναγκαία μια πολιτική αντίληψη της αγάπης. Τέλος, ένα ελληνικό νησί,7 συγκεκριμένα η Σάμος, το καλοκαίρι, προσφέρει ένα ιδανικό σκηνικό για να μιλήσουμε για τα δύο αυτά θέματα. Μέσα στον ζόφο της οικονομικής κατάρρευσης και της συνεχιζόμενης κρίσης, εκείνο που φαίνεται ότι διατηρεί τη συνοχή είναι οι ισχυροί κοινωνικοί δεσμοί σε μια κοινωνία στην οποία δεν έχει ακόμη επικρατήσει πλήρως ο ατομικισμός.
Σημειώσεις 1. Κατά τη διάρκεια του «Καλοκαιριού της αγάπης» εκατό χιλιάδες χίπις και νέοι συγκεντρώθηκαν στους δρόμους του Σαν Φρανσίσκο, στην περιοχή του Haight-Ashbury. Τους ένωνε ένα σύνολο από αντι-αυταρχικές αξίες: αμφισβητούσαν την εξουσία, απέρριπταν τον καταναλωτισμό και εναντιώνονταν στον πόλεμο στο Βιετνάμ. Κάποιοι ενδιαφέρονταν για την πολιτική, άλλοι για την τέχνη και τους εναλλακτικούς τρόπους ζωής. Το «Καλοκαίρι της Αγάπης» έφερε ένα κύμα απελευθέρωσης και αφύπνισης που άλλαξε τον τρόπο ζωής.
2. Για τη μουσική, το 1967 ήταν μια εξαιρετική χρονιά, κατά την οποία είδαν το φως άλμπουμ όπως ο πρωτοποριακός πρώτος δίσκος των Velvet Underground, The Velvet Underground & Nico, το ντεμπούτο των The Jimi Hendrix Experience, Are You Experienced, ενώ οι Beatles κυκλοφόρησαν το Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band, που παρέμεινε στην κορυφή των τσαρτ ως κορυφαίο άλμπουμ για όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού.
3. Raoul Vaneigem, στο The Revolution of Everyday Life, 1967, Κεφ. 23, “The Unitary Triad: Self-Realisation, Communication and Participation” http://library.nothingness.org/articles/SI/en/display_printable/212
4. Leonard Schwartz, “A Conversation with Michael Hardt on the Politics of Love”, Interval(le)s II.2-III.1 (Φθινόπωρο 2008/Χειμώνας 2009).
5. Ό.π.
6. Michael Hardt & Antonio Negri, Multitude: War and Democracy in the Age of Empire, Penguin Books, Νέα Υόρκη/Λονδίνο, 2004, σ. 351.
7. Παρεμπιπτόντως, η Ελλάδα και τα ελληνικά νησιά ήταν ένας από τους αγαπημένους ευρωπαϊκούς ταξιδιωτικούς προορισμούς των χίπις τη δεκαετία του 1960. Στη Σάμο σήμερα μπορεί κάποιος ακόμη να επισκεφτεί το beach bar, εστιατόριο και καφέ Hippy’s, στην παραλία Ποτάμι, όπου από τη δεκαετία του 1960 ντόπιοι και κατασκηνωτές απολαμβάνουν έναν ελληνικό τρόπο ζωής.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου